Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

Νεόπτωχοι...




Νεόπτωχοι…

Στη λεωφόρο της απόγνωσης, με τα χαμόγελα στα χιόνια,
νεόπτωχοι στην όμορφη, μα ξένη γειτονιά μας,
για μια δεκάρα κλόουν, στις πλατείες και στ’ αλώνια,
άχρωμα νυχτολούλουδα, παρηγοριά στην απονιά μας.

Βρήκε ο χιονιάς τους εφιάλτες, τα περάσματα
και με το γάντι τις καρδιές μας (ζωγραφίζει),
φεγγάρια, αστέρια, ρίξτε χίλια τάματα,
να λιώσει ο χιονάνθρωπος, που μας φοβίζει.

Μια φούχτα ευρώ για τα πουλιά και σιρμαγιά,
μ’ ένα κρεβάτι, αντίσκηνο και δυο κουβέρτες,
σφιχταγκαλιές και όνειρα αλαργινά, στα χειμαδιά,
σ’ ένα παιχνίδι μ’ αστυνόμους και με κλέφτες.

Αυγερινέ και πούλια, είναι καιρός για ήλιο και παιχνίδι,
ρίξτε μελάνι μαύρο στο χιονιά να μη θωρεί,
να πέσει στον καιάδα, στον γκρεμό και να χαθεί,
να λιώσει στο κελί, το ιστορικό, στο Παλαμήδι..   
Yiannis H.

Εικόνες σαν κι’ αυτή μας έδωσε το 2011, νεόπτωχοι στην λεωφόρο της απόγνωσης.
Εύχομαι το 2012 να είναι καλύτερο από αυτό που σε λίγες ώρες φεύγει. 

ΕΛΠΙΔΑ




Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2011

Χρόνια Πολλά


Για τις μέρες των γιορτών σας εύχομαι να περάσετε όμορφα.
Καλά Χριστούγεννα, ευτυχισμένο το 2012, με αγάπη κι’ ένα Χαμόγελο…


Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011

Ακορντεόν.




Ακορντεόν.

Αγαπημένο ερωτικό μου ακορντεόν,
ονειρικό της ζωής μου μεράκι,
στα φάλτσα σου μινόρε αναρριγώ
και στ’ άδειο σου από ρίμες δισάκι.

Θύμησες αυγινές μιας κουμπαρσίτας,  
στα μπάρκα της ερήμου οιμωγή,
αδρά τα χέρια στα λευκά σου πλήκτρα,
του Δούναβη τα κύματα υφαρπαγή.

Παίξε κι’ απόψε στων ονείρων τη ζάλη,
των ματιών να σκορπίσεις την πυκνή την αιθάλη,
παίξε για μένα το ταγκό της Αθήνας,
στο μασκέ της ζωής, της γνωστής θεατρίνας.

Ακορντεόν μου, μορφή της ψυχής μου θλιμμένη,
στο μεθύσι του βαλς, το θυμάσαι ένα βράδυ;
Σ’ ένα ξωκλήσι, στα αγνά τα λευκά της ντυμένη,
για της ζωής το ταγκό, με της καρδιάς μας το χάδι.

Περάσαν τα χρόνια με πίκρες, πόνους, χαρές,
στο σταυροδρόμι φινάλε λες κι’ ήτανε χθες.
Αποσταμένη στο τούνελ του χρόνου μοιραία,
παίξε κι’ απόψε στερνή, μελωδική μου παρέα.

Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2011

Περιγελώ της ζωής μου τα δρώμενα...



Περιγελώ της ζωής μου τα δρώμενα…

Αγαπώ τα θλιμμένα τα γκρίζα απογέματα,
της ζωής μου τα κάλπικα χάδια,
της Κυριακής ματωμένα κουρσέματα,
βροχερά απροσπέλαστα, όξινα βράδια.

Αγαπώ κάποιο ψεύτικο άυλο είδωλο,
στο θαμπό το σπασμένο καθρέφτη,
οξειδωμένο φιλί του μυαλού μου περίγελο,
του ιλίγγου το χάδι ένα βόλι που πέφτει.

Αγαπώ τα κρυφά των σκιών ονειδίσματα,
την καυτή της ερήμου ανάσα,
του χιονιά παγωμένα ραπίσματα,
χιμαιρική των ονείρων μου φάρσα.

Αγαπώ τις πληγές που μ’ αφήσαν τα μάτια της,
στις απολαύσεις παραβάτης της ύλης,
λαθρεπιβάτης στα στρωμένα κρεβάτια της,
να γευτώ το αλάτι μιας σύγχρονης στήλης.

Αγαπώ τα προσποιούμενα του έρωτα νάζια της,
της ηδονής των φιλιών τα σημάδια,
το τατουάζ στα απόκρυφα ατλάζια της,
τ’ αγριεμένα των ...ήντα  ρημάδια.

Περιγελώ της ζωής μου τα δρώμενα,
με τον χρόνο δεν κάνω παζάρια,
της ειμαρμένης ξεχνώ τα φαινόμενα,
και το παρόν μου το παίζω στα ζάρια. 

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2011

Εν Καλάμαι...




Εν Καλάμαι...

Οδηπορήματα, πάνω στα χνάρια τα παλιά,
στου Αλμυρού τα γκρίζα απομεινάρια  
και της ταβέρνας τ’ όνομα πρωταπριλιά,
είδωλα σκοτεινά και τ’ άλικα φεγγάρια.

Ε! Ταβερνιάρη,
βάλε ένα ουζάκι σ’ έναν ξένο,
να ξαποστάσω λίγο, 
της ανάμνησης το τρένο περιμένω.

Εδώ που τα ουράνια τόξα,
την ανάσα της θάλασσας φιλούσαν
και που οι γοργόνες με πολύχρωμα κοράλλια
τα όνειρά μας κεντούσαν.
Εδώ που η σκιά των ματιών μας
αγκάλιαζε τη λευκή δύση
και που οι καρδιές μας τις μαργαρίτες
είχαν μαδήσει.
Εδώ που τα φιλιά μας ξυπνούσαν
με τα τραγούδια των ανέμων,
τώρα λυσσαλέες ακούγονται οι ιαχές,
των σύγχρονων πολέμων.

Ανείπωτη, αβάσταχτη η βαναυσότητα του χρόνου,
απροσμάχητη και η επέλαση του πόνου.

Ε! Ταβερνιάρη,
πιάσε ένα διπλό ακόμα,
το ποτήρι μου να σπάσω,
βρες μου λίγη θάλασσα και χώμα.


Αλμυρός: Περιοχή της Καλαμάτας.

Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2011

Μίλα μου...



Μίλα μου.

Μίλα μου μάτια μου κι’ αυτό το βράδυ,
ψιθύρισε μου πως ακόμα μ’ αγαπάς,
ημέρεψε κι’ απόψε το σκοτάδι,
τα νεφελώματα μου πως σκορπάς.

Μείνε για λίγο την ανάσα σου να νιώσω,
τα παιχνιδίσματα του χθες ν’ αφουγκραστώ,
τα αλπικά παγόβουνα του σήμερα να λιώσω,
στο χάδι των ματιών σου να λουστώ.

Έναν αιθέρα ενός κόσμου διαπλέω, 
κι’ είναι φθινόπωρο αλλιώτικο, αλγεινό,
στ’ αποκαΐδια μου αιθάλη αναπνέω,
και είσαι όνειρο ψυχή μου αλαργινό.

Φεγγάρι μου ολόγιομο νανούρισε το φως μου,
μες στη θολούρα των καιρών τις συννεφιές,
μι’ αχτίδα απ’ το χαμόγελο σου δως μου,
μείνε κι’ απόψε που ‘χω μάτια μου ακεφιές.

Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2011

Της τύχης τα γραμμένα...




Της τύχης τα γραμμένα…

Μες στης ζωής τα ομιχλώδη ταξιδέματα,  
στο σύμφυρμα το μπαλ μασκέ που ζούμε,
για της ζαριάς τα μάτια, στα ονειρέματα,
εξάρες να ’ρθουν μια φορά όλοι ποθούμε.

Χιμαιροκυνηγήματα, μα η ελπίδα δεν πεθαίνει,
γυρίζει ο ήλιος μα ας παίξω λίγο ακόμα λες,
το χαρτζιλίκι το στερνό που μ’ απομένει,
μα στο φινάλε, πάλι ντόρτια και διπλές.

Τα μαύρα μάτια τους που όλοι ερωτευτήκαμε,
κι’ αγγίξαμε κάποια στιγμή, την αύρα τους που λένε,
κι’ αν τσιμπιτά τις ρίξαμε και τάματα αφήσαμε,
μοιράζει πάντα η ζωή αυτές δεν φταίνε.   

Μα κι’ αν η τύχη μια μοιραία απρόσμενη στιγμή,
με δόξα μάλαμα και νέκταρ σε κεράσει,    
θα ’ρθει ο χρόνος να σε κλέψει, να σου πει,
τέλειωσες έχεις χάσει.

Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2011

Κι' όμως μπορείς...




(Αφιερωμένο σε σένα, διώξε τα δάκρυα σου. Μπορείς)

Κι’ όμως μπορείς.
                          
Μου λες.
Τα όνειρα σου φλέγονται στης ψυχής το καμίνι.
Στην κατάρρευση της ανείπωτης υπομονής.
Ξέμπαρκα στα λιμάνια του πόνου, βολοδέρνουν στις σκοτεινές θάλασσες του μυαλού.

Κι’ όμως μπορείς.
Το γόρδιο δεσμό, να παλέψεις, να σπάσεις.
Κι’ αν τα χέρια σου με θέληση μπολιάσεις, φτερά θα γίνουν.        
Μέσα από τα μάτια του ουρανού, ψάξε στις οάσεις της ψυχής σου
να κουρνιάσεις.

Μου λες.
Πως χάνεσαι στη δίνη της μοναξιάς.
Το όνειρο αδιάβατο γιοφύρι, ψηλά και της ζωής το παραθύρι.
Ατσάλινη είναι λες η φυλακή  κι’ ο χρόνος πλησιάζει,
φυσάει αέρας κι’ η ζωή φυλλορροεί στ’ αγιάζει.

Κι’ όμως μπορείς.
Το αλγεινό το τρένο των ανέμων να σκορπίσεις.
Κάνε μια στάση, ίσως σε περιμένει μια Αργώ,
τ’ αλίμενο εγώ σου να ορμίσεις.

Μου λες.
Την μνήμη την αλλοιώσιμή σου αναδεύεις,
μέσα από συμπλέγματα αλλόκοτα παράνοιας, να βρεις το δρόμο,
τον γεμάτο με άμετρες ξόβεργες, παγίδες.
Ξέπνοες και οι όποιες σου ελπίδες.

Κι’ όμως μπορείς.
Με υπεράνθρωπη προσπάθεια. Ίσως.
Όμως μπορείς.
Να βάλλεις σε τάξη την αταξία που προκαλεί το αναστάτωμα του
αισθητού με τον υπεραισθητό κόσμο.
Να καταδυθείς στα βάθη της ψυχής σου.
Να γνωρίσεις, να ερωτευτείς το άγνωστο, γνωστό σου πολικό αστέρι.

Μου λες.
Τα ουρλιαχτά των ανέμων σε φοβίζουν.
Μελαγχολείς και ορρωδείς να κοιμηθείς και προσπαθείς,
σ’ ένα σταυρό να κρατηθείς.
Πονάς. Ξέχασες ν’ αγαπάς.
Το φαράγγι της αβύσσου περνάς.
Και ακροβατείς στα όρια της ύπαρξης σου.

Κι’ όμως μπορείς.
Γίνε ο κυνηγός της απούσας για σένα αληθινής ζωής.
Να γκρεμίσεις τα τείχη αυτής της ηθικής φυλακής,
βάζοντας στον παγωμένο κόσμο σου, τη μεγάλη φωτιά,
την αγάπη.

Μπορείς!!!   

(Απάντηση στο γράμμα ενός φίλου)

Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2011

Μάτια του χθες...




 Μάτια του χτες.

Σαν κοιτάζω τα μάτια τα μπλάβα του χθες,
τα μεγάλα μιας θάλασσας κύματα,
μοιάζουν της νύχτας παρθένες σκιές,
που μου στέλνουν αγάπης μηνύματα.

Λευκά εντελβάις, της ψυχής αραξοβόλια,
στης ζωής τα λιμάνια αιθέριες μορφές,  
αγέρωχοι φάροι στου χρόνου τα βόλια,
τα μινόρε των γλάρων, αναμνήσεις θολές.

Και είναι τα ίδια, των ονείρων στολίδια,
που στο βαλς και του τώρα μεθούνε καρδιές,
πιο γλυκά σε καινούργια παιχνίδια.
οι ριπές τους ανάβουν ακόμα φωτιές.  

Κι’ αν περάσαν χειμώνες εκείνα υπάρχουν,
στις βεγγέρες του τώρα στενές επαφές,
άγονη γραμμή τα καράβια δε θα’ ρθουν,
μα εγώ’ χω για φάρο, τα μάτια του χτες.

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2011

Οκτώβρης...



Οκτώβρης.

Λυσσομανάει του Οκτώβρη η καταιγίδα
κι’ είναι απόβραδο και γκρίζα σιωπή,
ξεσπά του σύννεφου η οργή σε πλημμυρίδα
κι’ είμαι παρείσακτος με άβατο τη διαφυγή.

Χαλάσματα, ναυάγιο η παλιά ταβέρνα,
τα κίτρινα φεγγάρια πληγωμένη ζωγραφιά,
στ’ αζήτητα το ντέφι κι’ η γλυκιά λατέρνα,
στη σύγχρονη σοφίτα κρύο, συννεφιά.

Μύθοι αρχέγονοι και μνήμες ρεφενέ,
τις ιστορίες μου γουλιά, γουλιά που πίνω,
στον κάλπικο του σήμερα τον καφενέ,
τα παιχνιδίσματα του χθες επιμηκύνω.

Σε ξαναβρίσκω στα χαμένα μας τα δειλινά,
σε άλλες χρονικές, μοιραίες παραστάσεις,
έχει ένα G κάθε εποχή, παιχνίδια εωθινά,
καιρός για άλλες της ζωής επαναστάσεις.

Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2011

Ελπίδα...




Ελπίδα…

Πεθαίνει η ελπίδα τελευταία έχουν πει,
μα εγώ φοβάμαι τον τυφώνα που επελαύνει,
κι’ αν λέω πάλι το μολών λαβέ, πως ν’ ακουστεί,
δίχως φωνή, χωρίς τα άρματα και άχρωμο μελάνι.

Στον άγριο δρόλαπα με χαίνουσα πληγή,     
με πότισαν αφιόνι να ξεχάσω την πλατεία,
για το χαμόγελο μου ύπουλη συνδιαλλαγή,               
της προδοσίας το φιλί, επαίσχυντα χαλκεία.

Στα ακρογιάλια των ονείρων μου μέγας καημός,
θλιμμένο δειλινό, μέρα μοιραία, αποφράδα,
άχρωμοι ήλιοι, απροσπέλαστος ο λογισμός,
ανέντιμο παιχνίδι δίχως λύχνο χωρίς δάδα.

Γλυκιά μου αγάπη που σε λένε ελπίδα,
αδήριτη στα όνειρα μου μείνε ασπίδα,
αφού πεθαίνεις όπως λένε τελευταία,
μαζί σου εγώ, για τα φιλιά σου εδώ παρόν,
στα θερινά τα σινεμά, ν’ ανοίξει πάλι η αυλαία.